Η Άγκυρα βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με ένα από τα σημαντικότερα στρατηγικά της διλήμματα: την ανάγκη εκσυγχρονισμού της Πολεμικής της Αεροπορίας, προκειμένου να διατηρήσει έναν περιφερειακό ρόλο που να ανταποκρίνεται στις φιλοδοξίες της. Η διαρκής επιδίωξη του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να αναβαθμίσει τις δυνατότητες της χώρας του καταδεικνύει την ανησυχία ότι η Τουρκία υστερεί σε αεροπορική ισχύ έναντι των άμεσων ανταγωνιστών της, Ελλάδας και Ισραήλ.
Το αδιέξοδο της Άγκυρας
Τα τελευταία χρόνια, η τουρκική ηγεσία έχει εντείνει τις προσπάθειες άρσης των αμερικανικών κυρώσεων που την απέκλεισαν από το πρόγραμμα των F-35, ενώ παράλληλα επιχειρεί να ξεπεράσει τις ευρωπαϊκές αντιρρήσεις για την απόκτηση Eurofighter Typhoon. Ταυτόχρονα, επενδύει στην ανάπτυξη του εγχώριου μαχητικού KAAN, χωρίς όμως να έχει εξασφαλίσει κρίσιμες τεχνολογίες και υλικά.
Αυτή η «πολυμέτωπη στρατηγική» φανερώνει την αίσθηση επείγοντος που επικρατεί στην Άγκυρα. Η Τουρκία γνωρίζει ότι δεν μπορεί να στηριχθεί επ’ αόριστον στον κορμό των F-16, τα οποία αποτέλεσαν τον πυρήνα της αεροπορικής της ισχύος από τη δεκαετία του 1980. Μεγάλο μέρος αυτού του στόλου πλησιάζει πλέον στο όριο επιχειρησιακής ζωής, ενώ η συντήρηση και η αναβάθμιση δεν επαρκούν για να καλύψουν το τεχνολογικό χάσμα με αντιπάλους που διαθέτουν μαχητικά 5ης γενιάς.
Η προειδοποίηση της SETA
Σε απόρρητη μελέτη του τουρκικού think tank SETA, υπογραμμίζεται ότι η Άγκυρα οφείλει να αποκτήσει επαρκείς ποσοτικές και ποιοτικές δυνατότητες όχι μόνο στον αέρα, αλλά και στην αεράμυνα και το διάστημα, προκειμένου να αντιμετωπίσει «δύο ταυτόχρονες απειλές με εξωτερική υποστήριξη», δηλαδή το Ισραήλ και την Ελλάδα.
Η έκθεση σκιαγραφεί μια μάλλον δυσοίωνη εικόνα: εάν δεν προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός, η Τουρκία κινδυνεύει να χάσει στρατηγικό έδαφος. Επισημαίνεται ότι η επανένταξη στο πρόγραμμα των F-35 θα επανέφερε ένα κρίσιμο ποιοτικό πλεονέκτημα, ενώ παράλληλα προτείνεται η άμεση προμήθεια νέων μαχητικών και οι επενδύσεις σε εγχώρια προγράμματα για να διατηρηθεί η αποτρεπτική ικανότητα.
Η ισορροπία δυνάμεων με Ελλάδα και Ισραήλ
Η ίδια μελέτη αναγνωρίζει το στρατηγικό προβάδισμα που έχουν αποκτήσει Ελλάδα και Ισραήλ μέσω των δυτικών τους συμμαχιών. Το Ισραήλ διαθέτει ήδη έναν συνδυασμό F-15I και F-35I Adir, με περισσότερα από 36 αεροσκάφη stealth σε υπηρεσία. Η Ελλάδα, πέραν του εκσυγχρονισμού των F-16V, έχει ενισχύσει τις αμυντικές της σχέσεις με Γαλλία και Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ έχει εντάξει και τα Rafale, γεγονός που δεν αναφέρεται ρητά στην έκθεση της SETA, αλλά συνιστά σημαντικό πολλαπλασιαστή ισχύος.
Ο στρατηγικός στόχος
Το συμπέρασμα της μελέτης είναι σαφές: η Τουρκία θα πρέπει να δημιουργήσει έναν στόλο τουλάχιστον 500 μαχητικών έτοιμων προς μάχη, ικανών να επιχειρούν σε πολλαπλά μέτωπα. Ο στόχος αυτός, ωστόσο, προϋποθέτει τεράστιες επενδύσεις και ξεκάθαρη πολιτική βούληση, σε μια περίοδο όπου η Άγκυρα αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές πιέσεις.
Συμπέρασμα
Η κρίση εκσυγχρονισμού της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας αναδεικνύει ένα βαθύτερο στρατηγικό δίλημμα: η Άγκυρα επιθυμεί να διεκδικήσει ρόλο περιφερειακής δύναμης, αλλά οι υλικές της δυνατότητες υστερούν σε σχέση με τις φιλοδοξίες της. Την ώρα που η Ελλάδα και το Ισραήλ αξιοποιούν τις δυτικές τους συμμαχίες για να δημιουργήσουν αεροπορίες υψηλής τεχνολογίας και αποτρεπτικής ισχύος, η Τουρκία καλείται να αποφασίσει εάν θα καταφέρει να καλύψει το κενό ή θα αποδεχθεί έναν πιο περιορισμένο ρόλο στην περιφερειακή αρχιτεκτονική ασφαλείας.